Μια γενιά, η γενιά μας, στο λούκι…



του Τάσου Φούντογλου
Aδυνατώ, πλέον, να καταλάβω τη γενιά μας. Έφτασε στο σύνορο της απόγνωσης και αυτή ακόμα η μικρή ελπίδα που υπήρχε κάποτε, πως αυτή η γενιά έχει όλα τα φόντα για να μεγαλουργήσει. Σπουδές, ταξίδια στο εξωτερικό, μεταπτυχιακά και διδακτορικά, άλλες προσλαμβάνουσες, ένα διαδίκτυο γεμάτο γνώση, την σύγκριση με τις αφηγήσεις των παππούδων της. Είναι αυτή η σύγκριση, που πάντοτε πίστευα πως απελευθερώνει το μυαλό από προκαταλήψεις και προκάτ συνταγές σκέψης και, όσο και να το κάνεις, θεοποίησα αυτή τη σύγκριση και περίμενα, σε κάποια φάση, να πετάξει και το μάνα εξ ουρανού της στα κεφάλια μας, για να ξεκινήσουμε να αλλάζουμε τον κόσμο. Μάταια όμως. Βαλκάνιοι είμασταν και βαλκάνιοι συνεχίζουμε να είμαστε. Ρίζα φτωχική, αγροτική, προνεωτερική, προκαπιταλιστική, προβιομηχανική, ολίγον φεουδαρχική, με κοταζαμπάσηδες, κολίγους και πολλούς μικροαστούς. Άλλοι νεόπλουτοι, άλλοι στα όρια της φτώχειας, άλλοι μανταμσουσούδες στα βόρεια των προαστίων και άλλοι περήφανοι και φτωχικοί ζορμπάδες, κάπου εκεί στο νότο. Αλλά όλοι μας μικροαστοί. Μαγιά άνετοιμη να μας φουσκώσει γρήγορα και να μας φτάσει στους μέσους όρους της Ευρώπης. Δεν αποποιούμαι τη ρίζα μας, δεν την αξιολογώ με θετικό ή αρνητικό πρόσημο. Αυτή είναι και με αυτήν καλούμαστε να πορευτούμε. Αλλά και στην ιδιαιτερότητα μας πάλι αποτύχαμε.

Βλέπω συνεχώς μπροστά μου μια μιζέρια και μια παραίτηση. Μια οργή για κάτι που μας κλέψανε και το θεωρούσαμε δεδομένο και δικό μας. Μια εύκολη ζωή, μια κατανάλωση με δανεικά, μια συνεχή βελτίωση, μια φενάκη. Δεν κρίνω αρνητικά, προσπαθώ απλά να καταλάβω. Πώς είναι δυνατόν να καταρρέουν οι βεβαιότητες γύρω μας, να αντιλαμβανόμαστε πως αυτό που είχαμε ήταν μια τεράστια φούσκα χωρίς επιστροφή και, όμως, εμείς να επιμένουμε εκεί. Φέρτε τα όνειρα μας πίσω. Ποια όνειρα; Του δημοσίου υπαλλήλου που ξύνεται σε ένα γραφείο, του μαυραγορίτη ελευθεροεπαγγελματία  που χτίζει βίλα μέσα σε λίγα χρόνια, του αεριτζή επιχειρηματία που εισάγει με πέντε και πουλάει με δεκαπέντε, του επαγγελματία πολιτικού, του εισοδηματία,του ξαπλώπουλου στην πατρική περιουσία. Σπουδαία όνειρα, τι να σου πώ!
Μαζέψαμε τίτλους σπουδών, κορνιζάραμε πτυχία, βγήκαμε σέλφι σε μια ορκωμοσία και όταν συνειδητοποιήσαμε πως η αγορά εργασίας δεν χρειάζεται ούτε φιλοσόφους, ούτε οικονομολόγους, ούτε μηχανικούς, ούτε αλλους γιατρούς, την είδαμε αλλιώς. Οργισμένα νιάτα και επαναστάτες χωρίς αιτία.Μας φταίει ο μπαμπάς μας, που μας σπούδασε, ο παππούς μας, που μας χαρτζιλικώνει, η θεία μας η Μαρίκα, που με ένα ανήλικο κοτζάμ γαιδούρι ξεκοκαλίζει τις δικές μας πενιχρές εισφορές, ο μπατζανάκης μας, που τρούπωσε σε έναν ΟΤΑ και βγάζει ένα μεροκάματο, χτυπώντας μια σφραγίδα. Εμείς πουθενά στην διανομή ευθυνών και παραπόνων. Ο πρωτογενής τομέας διαλυμένος, οι βιοτεχνίες άφαντες, η παραγωγή στον πάτο, η εξωστρέφεια να αναζητείται, τα ΕΣΠΑ να επιδοτούν ακόμα καφετέριες, το όνειρο να παραμένει εμμονικά ένα γραφείο και εμείς ιδιοκτήτες ή υπάλληλοι του. Αλλά εμείς εκεί. Φταίτε εσείς που δεν μας αφήνετε να ζήσουμε το όνειρά μας!
Και δώστου αναθέματα στην πολιτική, και δώστου κατάρες στους πολιτικούς. Όχι, δεν φταίνε αυτοί για το χάλι το δικό μας. Η πολιτική είναι ο καθρέφτης και τον καθρέφτη είναι άδικο να τον κατηγορείς για το είδωλο που δείχνει. Το είδωλο φταίει για το χάλι μας. Άσχημο, γεμάτο ρυτίδες, γκρίνια και αμέτρητα κόμπλεξ. Για τον άλλον που πάει να ξεχωρίσει. Για τον διπλανό μας που κάτι διαφορετικό λέει, αλλά ποιος τον λογαριάζει.
Βιώνουμε μια κατάσταση συνολικής ανικανότητας σε όλα τα επίπεδα. Μια κρίση που έφερε στην επιφάνεια όλη την κακομοιριά της ελληνικής κοινωνίας και της παραχώρησε δημόσια αξιώματα, τίτλους πολιτικής ευγενείας, βήμα για δεκάρικους και πασαρέλες επίδειξης του τίποτα.  Ό,τι χειρότερο διέθετε αυτή η κοινωνία σε μορφωτικό επίπεδο, ικανότητες, δεξιότητες και γνώσεις  αξιοποιήθηκε από την οργή των ημερών και μας μπαστακώθηκε στην κεφαλή μας.  Στην αυτοδιοίκηση, στα επαγγελματικά σωματεία, στον συνδικαλισμό, στην κεντρική πολιτική σκηνή, στα πανεπιστήμια, όπου τελοσπάντων λαμβάνει χώρα ο δημόσιος βίος αυτής της χώρας. Παντού μέτριοι, ατάλαντοι και σπιθαμιαίοι. Και επειδή το ανάστημά τους είναι λειψό επιζητούν να κοντύνουν και τη χώρα. Τη θέλουν μικρή, ανυπότακτη και μονίμως ανεπρόκοπη. Φυσικά, έξω από την Ευρώπη και αν είναι δυνατόν να την έχουν και μέσα σε μια γυάλα στο σπίτι τους, για να την κοιτούν και να της ρίχνουν ψίχουλα, θα το έκαναν μετά χαράς. Για να μπορούν να την έχουν στα μέτρα τους,να την κουμαντάρουν και να την εξουσιάζουν.
Αλλά και ό,τι αξίζει να αξιοποιηθεί, ό,τι έχει τις ικανότητες να αλλάξει αυτήν τη χώρα, σπαταλιέται στα φατσοβιβλία και στις μασονικές στοές του ελιτισμού. Μια αφ΄υψηλού κριτική σε όλα, μια εύκολη στοχοποίηση των πάντων και στο δια ταύτα τίποτα. Κανείς δεν μπορεί να συνεργαστεί με κανέναν. Κανείς δεν έχει τη διάθεση  να χαμηλώσει το εγώ του και να χαράξει μια κοινή πορεία με τους άλλους. Να χτυπήσουν όλοι μαζί τις πόρτες των κομμάτων και να απαιτήσουν τον εκδιωγμό των προηγούμενων και την αξιοποίησή τους. Να ζητήσουν συντεταγμένα την αλλαγή της κομματικής νομενκλατούρας και την πλήρη ανανέωση του στελεχιακού δυναμικού. Και αφού τα ζητήσουν όλα αυτά να υπηρετήσουν με πάθος την αποτελεσματικότητα.
Γιατί για αυτήν διψάει η κοινωνία. Εκεί βασίζει τις ελπίδες της, έστω και αν το κάνει ασύντακτα, ανοργάνωτα και πολλές φορές αυτοκαταστροφικά. Και εκεί που θα περίμενες η γενιά μας να αναλάβει επιτέλους τον ρόλο της, να υψώσει ανάστημα και να μπει μπροστά, διεκδικώντας την πολιτική απο τουςτενεκέδες, την οικονομία από τα παράσιτα και τους προσοδοθήρες ραντιέρηδες και την κοινωνία από τους ψυχιατρικούς και τους ανισόρροπους, εκεί απορείς . Για το πόσο τραγικά κατώτεροι των περιστάσεων αποδειχτήκαμε όλοι μας. Και να σκεφτείς, πως με ένα ντου, τους έχουμε όλους αυτούς τους ρεμπεσκέδες…..
πηγή: www.aixmi.gr

Σχόλια