"...κι αν αύριο το πρωί, σαν από θαύμα, τα χρέη κουρεύονταν και η τρόικα εξαφανιζόταν, τι είδους χώρα, με τι είδους κοινωνία και οικονομία, με ποια θέση στον διεθνή καταμερισμό εργασίας θα θέλαμε να είμαστε;"
του Παύλου Τσίμα
Περιμένουμε τη δόση. Περιμένουμε τη λύση, την οριστική και ολιστική, που
θεωρητικά, στην Ευρώπη των ονείρων μας, ωριμάζει, αλλά στην πράξη της
ευρωπαϊκής πολιτικής, των εθνικών συμφερόντων και των πολιτικών
σκοπιμοτήτων ξεμακραίνει και περιπλέκεται. Κι αναζητούμε, ξανά,
παραζαλισμένοι, μια εξήγηση σε όλα αυτά. Μέχρι να δούμε το φως στο
τούνελ που μας υποσχέθηκαν, ψάχνουμε για ένα φως που να ερμηνεύσει την
πυκνή, σκοτεινή και ανεξιχνίαστη πλοκή του δράματος που ζούμε.
Υπάρχουν, φυσικά, πολλές διαθέσιμες εξηγήσεις, που έχουν το χάρισμα της
ερμηνευτικής απλότητας. Η εξήγηση πως «μας ψεκάζουν», φέρ' ειπείν. Η
οποία εκπροσωπείται με ικανό αριθμό αντιπροσώπων στη Βουλή. Ή η εξήγηση
πως μας επιβουλεύονται. Πως βρισκόμαστε ενώπιον μιας διεθνούς (ή απλώς
γερμανικής) συνωμοσίας για τον διαμελισμό της Ελλάδας. Πως θέλουν να μας
κάνουν Κόσοβο, Βοσνία ή Ανατολικό Τιμόρ. Πως έβαλαν τη Λίμαν να
χρεοκοπήσει, οδήγησαν σε πτώχευση Ισλανδία, Ουγγαρία, Ρουμανία,
στρίμωξαν σε μνημόνια Ιρλανδία και Πορτογαλία, ράβουν κοστούμι για την
Κύπρο κι έπειτα για την Ισπανία - όλα αυτά, μόνο και μόνο για να
επιτύχουν τον αληθινό τους στόχο: τον εξανδραποδισμό μας. Ή, σε άλλη
παραλλαγή, για να βάλουν στο χέρι τον καλά κρυμμένο εθνικό μας θησαυρό.
Και ούτω καθ' εξής...
Οσοι δεν βολεύονται με τέτοιες ευκολίες, εξακολουθούν να βασανίζονται με
την αναζήτηση μιας πειστικής ερμηνείας. Πώς επήλθε ο εκτροχιασμός; Πώς
μια αποχαλινωμένη στην πελατειακή της κραιπάλη, τα τελευταία ιδίως
χρόνια πριν από την καταστροφή, πολιτική ελίτ και μια παρασιτική
οικονομική ελίτ, που είχε πάρει διαζύγιο από την παραγωγή και τη
δημιουργία, ναυάγησαν μεσοπέλαγα, όταν οι διεθνείς άνεμοι άλλαξαν και η
κρίση χάλασε τις πυξίδες; Και πώς το «ελληνικό ζήτημα» αφέθηκε έρμαιο
στους διεθνείς ανέμους, στις διεθνείς οικονομικές ιδεοληψίες και στις
εθνικές σκοπιμότητες ισχυρών κρατών, χωρίς μια εθνική ηγεσία να
διεκδικεί, διεθνώς, και να υπερασπίζεται, στο εσωτερικό, ένα δικό της
συνεκτικό σχέδιο εξόδου; Και πώς βρεθήκαμε στο επίκεντρο πολιτικών
εκβιασμών που ασκούνται στο ευρωπαϊκό πεδίο;
Οι εκβιασμοί είναι σύνηθες μέσο στη διεθνή πολιτική. Το δυσάρεστο είναι
να είσαι εσύ το δόλωμα για την άσκησή τους. Οπως όταν το Βερολίνο
εκβίαζε τους άλλους Ευρωπαίους: «Αν θέλετε να σώσω την Ελλάδα, επειδή
φοβάστε πως θα κολλήσετε την ελληνική νόσο, θα δεχθείτε τη δική μου
συνταγή δημοσιονομικής πειθάρχησης και ομοσπονδιοποίησης». Ή όπως τώρα
που το ίδιο το Βερολίνο εκβιάζεται: «Αν θέλετε να μείνει το ΔΝΤ, που
εσείς προσκαλέσατε, ενεργό στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους, δώστε τώρα τέλος
στο παιχνίδι των αναβολών για την Ελλάδα, πληρώστε το τίμημα που σας
αναλογεί, αλλιώς...».
Κι εμείς περιμένουμε, προσευχόμαστε να αποφύγουμε το ατύχημα που
περιμένει να συμβεί, και παρακολουθούμε τις κυβερνήσεις των χρόνων της
κρίσης να αγωνίζονται να κρατηθούμε, με τα νύχια, ζωντανοί, παρόντες στο
τραπέζι όπου παίζονται οι τύχες μας. Καλά κάνουμε; Σωστά κάνουν;
Η εσωτερική συζήτηση, η πολιτική αντιπαράθεση, ήταν από την αρχή αυτής
της περιπέτειας και παραμένει εγκλωβισμένη στα δημαγωγικά στερεότυπα,
που μετά βίας κρύβουν την πραγματική αμηχανία των αντιμαχόμενων
πολιτικών υποκειμένων. Οταν δεν ανταλλάσσονται απλώς ηθικές κατηγορίες
- «προδότες», «προσκυνημένοι» και «Τσολάκογλου» από τη μια, «απατεώνες
της δραχμής» από την άλλη -, η αντιπαράθεση περιορίζεται στη
διαπραγματευτική τακτική. Η κριτική στις κυβερνήσεις της κρίσης αφορά το
πώς διαπραγματεύθηκαν. Αν ήταν επιδέξιοι ή αρκούντως σκληροί, αν
σήκωσαν το φρύδι, αν χτύπησαν το χέρι στο τραπέζι, αν απαίτησαν λύση
πριν ψηφίσουν τα μέτρα ή αν ψήφισαν τα μέτρα χωρίς να έχουν εξασφαλίσει
λύση, αν - καινοφανής κατηγορία - εκμεταλλεύονται τις αντιθέσεις μεταξύ
των δανειστών ή είναι «μερκελιστές».
Πολλή συζήτηση για το πώς διαπραγματεύονται. Καμία συζήτηση, επί της
ουσίας, για το τι διαπραγματεύονται. Ποιους στόχους, ποιο σχέδιο για την
Ελλάδα στην Ευρώπη. Ποια απάντηση στο αυτονόητο ερώτημα: κι αν αύριο το
πρωί, σαν από θαύμα, τα χρέη κουρεύονταν και η τρόικα εξαφανιζόταν, τι
είδους χώρα, με τι είδους κοινωνία και οικονομία, με ποια θέση στον
διεθνή καταμερισμό εργασίας θα θέλαμε να είμαστε;
πηγή: tanea.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου