"Τη Ρωμιοσύνη κλάψτην..."

του Τάσου Φούντογλου

Πάντα κάτι εφευρίσκαμε για να προσπεράσουμε τις ευθύνες μας ως πολίτες. Και, φυσικά, τα άκρα περιμένουν πάντα εκεί στη γνώριμη γωνιά τους για να κάνουν σημαία το ένταλμα σύλληψης και να κραυγάσουν «Μην ανησυχείς τεμπελάκο. Εγω είμαι εδώ για να τους τιμωρήσω».
Αν δεν απαλλαγούμε τώρα από όλες αυτές τις βίαιες εκφράσεις της Μεταπολίτευσης και δεν αναμετρηθούμε με γενναιότητα και εντιμότητα με τα φαντάσματα του παρελθόντος τότε η έκβαση είναι προκαθορισμένη. Τα εντάλματα σύλληψης εναντίον όλων όσων αντιστέκονται σε αυτή τη λαίλαπα ανομίας και διαφθοράς θα τροφοδοτούν συνεχώς την κοινωνική οργή και θα την ωθούν στα άκρα. Και αν επιτρέψουμε στη βία των άκρων να αποκτήσει πλειοψηφικά χαρακτηριστικά, μέσα σε μια κοινωνία που δοκιμάζεται σκληρά και προκαλείται καθημερινά από μαφιόζικους εκβιασμούς αντιφρονούντων, τότε θα είναι πολύ αργά για δάκρυα Στέλλα.
Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαίς έγραφε κάποτε ο Ρίτσος. Αυτό για το διαχρονικό του πράγματος. Για το θνητό, όμως, και το πεπερασμένο μιας γενιάς δεν ισχύει κάτι τέτοιο.
Αν παραδώσουμε αυτή τη χώρα βορά στα σύγχρονα τάγματα εφόδου και επιτρέψουμε στην αισθητική τους να τα ισοπεδώσει όλα και να τα κάνει σαν τα μούτρα τους η γενιά μας και η προοπτική της τελείωσαν οριστικά. Και, ίσως, ο εθνικός μας ποιητής αν ξανάγραφε από εκεί πάνω να μας συγκλόνιζε με τη συγκαιρινή γραφή του



Το ένταλμα σύλληψης στον Βαξεβάνη, για τη δημοσιοποίηση των ονομάτων της λίστας Λαγκάρντ, ήρθε απλά να υπογραμμίσει αυτό που ξέραμε απο καιρό. Την ανικανότητα των εγχώριων θεσμών να εμπεδώσουν ένα στοιχειώδες αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης, μέσα απο την παραδειγματική τιμωρία όλων αυτών που καταχράστηκαν τα δημόσια ταμεία και πλούτισαν ερήμην του ελληνικού λαού.
Δεν είναι θέμα κομμάτων, ηλίθιε. Είναι θέμα του πώς λειτουργούν οι θεσμοί σε αυτή τη χώρα και του πώς αντιλαμβάνονται οι θεσμικοί μας παράγοντες -δικαστές, βουλευτές, υπουργοί- το δημόσιο του ρόλου τους. Όλα τα άλλα είναι για λαϊκή κατανάλωση.
Αυτο που διακυβεύεται σήμερα δεν είναι η εναλλαγή της Αριστεράς και της Δεξιάς στην εξουσία. Δεν είναι η υπουργοποίηση της Κωνσταντοπούλου και του Δρίτσα ή της Κεφαλογιάννη και του Παναγιωτόπουλου. Δεν είναι αυτά τα διλήμματα στα οποία πρέπει να απαντήσουμε ως χώρα, υποτίθεται, ευρωπαϊκή και σύγχρονη.

Αυτό που διακυβεύεται σήμερα είναι η ίδια μας η ύπαρξη και η προοπτική μιας ολόκληρης γενιάς, που βλέπει το τρένο της εξέλιξης να την προσπερνάει και να την αφήνει πίσω. Χαμένη στη μιζέρια της, στα άκρα της, στους αφορισμούς της και στους μεγάλους μανιχαισμούς της. Μια γενιά που έπαψε να συλλογάται ελεύθερα και να εμπιστεύεται τους δημιουργούς της γιατί βολεύτηκε στα «μπινελίκια» των άκρων και στις «ψιλές» των εκφραστών του. Μια γενιά που αντι να παλέψει για την ανατροπή αυτής της νοσηρής κατάστασης προσδοκά απο τα άκρα την λυτρωτική φυγή προς τα εμπρός. Και, φυσικά, οι κυβερνώντες καταβάλλουν κάθε φιλότιμη προσπάθεια για να μας σπρώξουν στις ακραίες αυτές επιλογές!
Υποστηρίζεται συχνά πως η βία αυτή αποτελεί τη μοναδική απάντηση στην καθημερινή βία που ασκεί στην ελληνική κοινωνία η μνημονιακή κυβέρνηση με τις τροϊκανές πολιτικές της. Το πρόβλημα σε αυτή τη θέση είναι πως αγνοεί προκλητικά τη βία που οδήγησε στις πολιτικές αυτές.
Τη βία και τη νοθεία των ρουσφετιών και των πελατειακών εξυπηρετήσεων που ασκούσαν εξακολουθητικά τα δυο μεγάλα κόμματα εξουσίας, προκειμένου να αποσπάσουν τη ψήφο του Έλληνα πολίτη και στην οποία βία κανένα κίνημα αγανακτισμένων πολιτών δεν όρθωσε ποτέ το ανάστημά του.
Τη βία που ασκούσε διαχρονικά ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος, το οποίο συνειδητά και δίχως καμία αιδώ αναδείκνυε στα ύπατα αξιώματα ολίγιστους και μετρίους. Βλέπαμε σε κάθε εκλογική αναμέτρηση να ψηφίζουν οι φίλοι μας και οι συγγενείς μας- ακόμα και εμείς οι ίδιοι- τυχάρπαστους και τυχοδιώκτες και πέραν ενός γρήγορου αφορισμού ή μιας βιαστικής καταδίκης ουδέν.
Tη βία των ταγμάτων εφόδου των βουλευτικών γραφείων, των στελεχωμένων από απλούς καθημερινούς πολίτες σαν όλους εμάς, οι οποίοι έβλεπαν τις καριέρες τους να εκτοξεύονται στα ύψη με μοναδικά προσόντα τους το μέγεθος της γλώσσας  και το εύρος της κάμψης του αυχένα. Για αυτά τα τάγματα εφόδου δεν μίλησε ποτέ κανείς. Και τώρα ζητάμε την κάθαρση μέσα από τα τάγματα εφόδου των άκρων. Ταγματασφαλίτικη νοοτροπία δίχως καμία αφιβολία.
Τη βία του νεοπλουτισμού, που κατέλυσε κάθε ίχνος ηθικής και κάθε υποψία κοινωνικής διαστρωμάτωσης με βάση την αξία του πνεύματος. Είχες τις απαραίτητες διασυνδέσεις και τα κατάλληλα άτομα στις κατάλληλες κυβερνητικές θέσεις, άνοιγες ένα μαγαζάκι του κώλου για να πουλάς στο κράτος ακριβά, φτηνιάρικα αγαθά και υπηρεσίες και μέσα σε λίγα χρόνια εξασφάλιζες πρώτο τραπέζι πίστα στα σκυλομάγαζα και τις ξαπλώστρες της Ψαρούς. Και σε αυτή τη βία δεν απάντησε ποτέ κανείς. Εστω και μέσω της απαξίωσης όλου αυτού του νεοπλουτίστικου καρακιτσαριού. Το αντίθετο μάλιστα. Οι άνθρωποι αυτοί έφτιαξαν πρότυπα τα οποία σπεύσαμε ασμένως να υπηρετήσουμε με πάθος. Να γίνουμε και εμείς σαν αυτούς.
Τη βία του ωχαδερφισμού, που όλα αυτά τα χρόνια στεκόταν απέναντι σε κάθε διαφορετική φωνή η οποία προσπαθούσε να αφυπνίσει συνειδήσεις και να νουθετήσει εφησυχασμούς . Κοιτούσαμε τον περίεργο που μας έδειχνε το δημόσιο χρέος και το ελλειμματικό εμπορικό μας ισοζύγιο και στην καλύτερη των περιπτώσεων του πετούσαμε ένα «τι λέει πάλι ο νεοφιλελεύθερος μαλάκας»! Στη χειρότερη τον αγνοούσαμε επιδεικτικά.

Η  βία των οριζόντιων περικοπών και των φορολογικών επιδρομών γεννήθηκε απο τη βία του «ό,τι δηλώσεις είσαι», του παπανδρεικής αισθητικής κοινωνικού ισοπεδωτισμού, της κατάλυσης κάθε έννοιας αξίας και μιας αντίληψης που απέρριπτε την ικανότητα χάριν της εικόνας.
Η βία στον Βαξεβάνη γεννήθηκε και αυτή από τη βία του «δε βαριέσαι. Μέρος του συστήματος είναι και αυτός».
Πάντα κάτι εφευρίσκαμε για να προσπεράσουμε τις ευθύνες μας ως πολίτες. Και, φυσικά, τα άκρα περιμένουν πάντα εκεί στη γνώριμη γωνιά τους για να κάνουν σημαία το ένταλμα σύλληψης και να κραυγάσουν «Μην ανησυχείς τεμπελάκο. Εγω είμαι εδώ για να τους τιμωρήσω».

Αν δεν απαλλαγούμε τώρα από όλες αυτές τις βίαιες εκφράσεις της Μεταπολίτευσης και δεν αναμετρηθούμε με γενναιότητα και εντιμότητα με τα φαντάσματα του παρελθόντος τότε η έκβαση είναι προκαθορισμένη. Τα εντάλματα σύλληψης εναντίον όλων όσων αντιστέκονται σε αυτή τη λαίλαπα ανομίας και διαφθοράς θα τροφοδοτούν συνεχώς την κοινωνική οργή και θα την ωθούν στα άκρα. Και αν επιτρέψουμε στη βία των άκρων να αποκτήσει πλειοψηφικά χαρακτηριστικά, μέσα σε μια κοινωνία που δοκιμάζεται σκληρά και προκαλείται καθημερινά από μαφιόζικους εκβιασμούς αντιφρονούντων, τότε θα είναι πολύ αργά για δάκρυα Στέλλα.
Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαίς έγραφε κάποτε ο Ρίτσος.  Αυτό για το διαχρονικό του πράγματος. Για το θνητό, όμως, και το πεπερασμένο μιας γενιάς δεν ισχύει κάτι τέτοιο.
Αν παραδώσουμε αυτή τη χώρα βορά στα σύγχρονα τάγματα εφόδου και επιτρέψουμε στην αισθητική τους να τα ισοπεδώσει όλα και να τα κάνει σαν τα μούτρα τους η γενιά μας και η προοπτική της τελείωσαν οριστικά. Και, ίσως, ο εθνικός μας ποιητής αν ξανάγραφε από εκεί πάνω να μας συγκλόνιζε με τη συγκαιρινή γραφή του

Τη Ρωμιοσύνη κλάψτην
Την ώρα εκείνη τη δύσκολη
Που πάει να πεταχτεί
Και οι εγχώριοι βάρβαροι την κρατούν καθηλωμένη
Να καμακώσει το θεριό
Με του λόγου το καμάκι
Αυτό της απομένει

Συγγνώμη Γιάννη μου για το ιερόσυλο του αντ΄ αυτού αλλά τα θεριά γινήκαν πια πολλά και μονάχα έναν Γιάννη έμαθαν να φοβούνται, κατά τας λαϊκάς γραφάς. Και εσύ δεν είσαι πια εδώ για τους χρήσιμους ηρωισμούς της αφυπνιστικής γραφής…

πηγή: aixmi.gr 

Σχόλια