της Αννίτας Λουδάρου
Δίνω σημαίνει παίρνω.
Δίνω σημαίνει γεμίζω.
Δίνω σημαίνει μαθαίνω.
Δίνω σημαίνει αναπνέω.
Δίνω, σημαίνει, ξεκολάω τα ραμμένα στους ώμους , φτερά μου. Σημαίνει πετάω ελεύθερος μακριά από τον εαυτοπλανήτη μου σε μια πλατύτερη συμπαντική τροχιά. Σημαίνει σταματώ να είμαι βυθισμένος στην νοσηρή αυτοαπορρόφησή μου . Προσφέρω τα χέρια μου και σφίγγω τα χέρια τον διπλανό μου. Κοίτα τι έχει η γλώσσα μας για να το περιγράψει »θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία σου» . Σημαίνει δίνεσαι για να καθησυχάσεις, να υποστηρίξεις , να μοιραστείς τα προβλήματα σου με τα παρόμοια όλων των άλλων διπλανών. Συναισθάνεσαι , μπαίνεις στα παπούτσια του σου είναι εύκολο, πέρα που είναι απέραντο, φοράτε το ίδιο νούμερο πάνω κάτω, φροντίζεις, προτείνεις, όχι την ύλη αλλά την ιδέα, την σκέψη , την χειρονομία, αφουγκράζεσαι. Μοιράζεσαι την αναπνοή του και είσαι εκεί δίπλα στο γέλιο του. Θέλει απόφαση αυτό. Θέλει να πεις ΄΄δώσε΄΄.
Δίπλα μας είναι όλοι αυτοί που μας μαθαίνουν από πρώτο χέρι ότι έχουμε υποχρεώσεις απέναντι σε όλους εκείνους που θέλουν και μπορούν να πάρουν από εμάς, αν θέλουμε να λεγόμαστε ομάδα.
Δίνω, σημαίνει , ξέρω ν’ αναγνωρίζω πως έχω και εγώ να δώσω. Γιατί αν κάτι μας σταματά από το να δίνουμε είναι ότι στα βαθειά , βαθειά εκεί στα σπλαχνικά μας , έχουμε πάει και έχουμε καρφώσει πολλές φορές τη σκέψη , πως είμαστε ασήμαντοι και ίσως και να είμασταν πάντα, και άρα στην πραγματικότητα δεν έχουμε τίποτα αξιόλογο να προσφέρουμε. Άλλο φυσικά τι μεγαλειομανιωδώς αφήνουμε να φανεί.
Σκοντάφτεις πάνω στο χαρτόκουτο, το κοιτάς δευτερόλεπτα κάτι σαλεύει μέσα του , το συνηθίζεις και στα αμέσως επόμενα δευτερόλεπτα συνεχίζεις την πορεία σου. Προαποφασισμένα και του φαύλου κύκλου καταναγκαστικά. Περνάς από το σχολείο της γειτονιάς. Κολλημένα τζάμια με μονωτικές, ξηλωμένες , βρώμικες κουρτίνες , θυμόματσε για κλάσματα τον Θοδωράκο της Φανής που εύχεται να μην πιάσουν ακόμα τα κρύα γιατί δεν έχει το γυμνάσιο λεφτά για πετρέλαιο. Απέναντι στο πεζοδρόμιο με την ζαντινιέρα , δυό περίεργοι τύποι περιμένουν το σχόλασμα. Γιατί άραγε ; Δευτερόλεπτα αναρωτιέσαι, στεναχωριέσαι , συνηθίζεις και στα επόμενα δευτερόλεπτα προχωράς, στην ίδια πορεία. Δεν το αποφασίζεις.
Δίνω, σημαίνει, ξεκολάω τα ραμμένα στους ώμους , φτερά μου . Σημαίνει πετάω ελεύθερος μακριά από τον εαυτοπλανήτη μου σε μια πλατύτερη συμπαντική τροχιά. Σημαίνει σταματώ να είμαι βυθισμένος στην νοσηρή αυτοαπορρόφησή μου . Προσφέρω τα χέρια μου και σφίγγω τα χέρια τον διπλανό μου. Κοίτα τι έχει η γλώσσα μας για να το περιγράψει »θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία σου» . Σημαίνει δίνεσαι για να καθησυχάσεις, να υποστηρίξεις , να μοιραστείς τα προβλήματα σου με τα παρόμοια όλων των άλλων διπλανών. Συναισθάνεσαι , μπαίνεις στα παπούτσια του σου είναι εύκολο, πέρα που είναι απέραντο, φοράτε το ίδιο νούμερο πάνω κάτω, φροντίζεις, προτείνεις, όχι την ύλη αλλά την ιδέα, την σκέψη , την χειρονομία, αφουγκράζεσαι. Μοιράζεσαι την αναπνοή του και είσαι εκεί δίπλα στο γέλιο του. Θέλει απόφαση αυτό. Θέλει να πεις ΄΄δώσε΄΄.
Δίνω σημαίνει ξέρω να γελάω. Συγχωρώ , προσπερνώ αν χρειαστεί και γελάω. Γελάω σαν να λέμε φιλάω. Γέλιο και φιλί, δυό σταγόνες από το ίδιο νερό. Γελάμε με την ψυχή στο πρόσωπο και φιλάμε με την ψυχή στο στόμα. Πάντα θαύμαζα όσους μπορούσαν να γελάσουν , να ξεκαρδιστούν στα γέλια. Να ακούω αυτό τον πλούτο της ανθρώπινης ψυχής , έτσι όπως φανερώνεται στην ακακία του γέλιου , και τι στον κόσμο! Γιατί αν το γέλιο δεν βγαίνει από την καρδιά μας, άστο ας μην βγει καθόλου είναι μάσκα , σκληρός μορφασμός . Περίσσευμα πλούτου χωρίς αντίκρυσμα, να αυτό είναι το γέλιο. Και πώς να σταθεί, αλήθεια, χωρίς γέλιο η καλοσύνη , η αγάπη , η ανιδιοτέλεια σε τούτο τον κόσμο τον μικρό τον μέγα;
Δώρο του »δίνω» είναι το γέλιο. Γελάμε γιατί είμαστε γεμάτοι που δώσαμε και δεν μετράμε το τέλος. Στο γέλιο υπάρχει ο άλλος.
Βγαίνουμε από τον εαυτό μας , τον υπερβαίνουμε , τον ξεχνάμε για λίγο και μας κερδίζει ο άλλος , το κάτι άλλο. Αυτό που περιμένει για να μας δώσει το νόημα, που χρειαζόμαστε για να καρτηθούμε, τον λόγο , την αιτία. Πάντα το νόημα βρίσκεται στη πορεία, στη διαδρομή. Απο πριν τι να ξέρεις. Το γέλιο μας λύνει , μας ανοίγει για να μπει μέσα μας η ζωή σαν ζεστασιά , σαν γενναιοδωρία.
Όσο κι αν φτωχύναμε, όσο και αν υποφέρουμε, όσο και αν δεν προλαβαίνουμε, όσο και αν οι προσδοκίες μας γυρνάνε λίγο φαλακρές, το γέλιο εξακολουθεί και έτσι να υπάρχει. Φθάνει να ξέρουμε να γελάμε. Θέλει και αυτό απόφαση. Θέλει να πεις » δώσε ».
Δεν θα γελάγαμε ποτέ, όμως, αν υπήρχαμε μόνοι. Οι άλλοι είναι δίπλα και περιμένουν. Να δώσουν και να δώσουμε. Να πάρουν και να πάρουμε.
Τελικά, δίνω σημαίνει υπάρχω.
πηγή: aixmi.gr
Δίνω σημαίνει παίρνω.
Δίνω σημαίνει γεμίζω.
Δίνω σημαίνει μαθαίνω.
Δίνω σημαίνει αναπνέω.
Δίνω, σημαίνει, ξεκολάω τα ραμμένα στους ώμους , φτερά μου. Σημαίνει πετάω ελεύθερος μακριά από τον εαυτοπλανήτη μου σε μια πλατύτερη συμπαντική τροχιά. Σημαίνει σταματώ να είμαι βυθισμένος στην νοσηρή αυτοαπορρόφησή μου . Προσφέρω τα χέρια μου και σφίγγω τα χέρια τον διπλανό μου. Κοίτα τι έχει η γλώσσα μας για να το περιγράψει »θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία σου» . Σημαίνει δίνεσαι για να καθησυχάσεις, να υποστηρίξεις , να μοιραστείς τα προβλήματα σου με τα παρόμοια όλων των άλλων διπλανών. Συναισθάνεσαι , μπαίνεις στα παπούτσια του σου είναι εύκολο, πέρα που είναι απέραντο, φοράτε το ίδιο νούμερο πάνω κάτω, φροντίζεις, προτείνεις, όχι την ύλη αλλά την ιδέα, την σκέψη , την χειρονομία, αφουγκράζεσαι. Μοιράζεσαι την αναπνοή του και είσαι εκεί δίπλα στο γέλιο του. Θέλει απόφαση αυτό. Θέλει να πεις ΄΄δώσε΄΄.
Δίπλα μας είναι όλοι αυτοί που μας μαθαίνουν από πρώτο χέρι ότι έχουμε υποχρεώσεις απέναντι σε όλους εκείνους που θέλουν και μπορούν να πάρουν από εμάς, αν θέλουμε να λεγόμαστε ομάδα.
Δίνω, σημαίνει , ξέρω ν’ αναγνωρίζω πως έχω και εγώ να δώσω. Γιατί αν κάτι μας σταματά από το να δίνουμε είναι ότι στα βαθειά , βαθειά εκεί στα σπλαχνικά μας , έχουμε πάει και έχουμε καρφώσει πολλές φορές τη σκέψη , πως είμαστε ασήμαντοι και ίσως και να είμασταν πάντα, και άρα στην πραγματικότητα δεν έχουμε τίποτα αξιόλογο να προσφέρουμε. Άλλο φυσικά τι μεγαλειομανιωδώς αφήνουμε να φανεί.
Σκοντάφτεις πάνω στο χαρτόκουτο, το κοιτάς δευτερόλεπτα κάτι σαλεύει μέσα του , το συνηθίζεις και στα αμέσως επόμενα δευτερόλεπτα συνεχίζεις την πορεία σου. Προαποφασισμένα και του φαύλου κύκλου καταναγκαστικά. Περνάς από το σχολείο της γειτονιάς. Κολλημένα τζάμια με μονωτικές, ξηλωμένες , βρώμικες κουρτίνες , θυμόματσε για κλάσματα τον Θοδωράκο της Φανής που εύχεται να μην πιάσουν ακόμα τα κρύα γιατί δεν έχει το γυμνάσιο λεφτά για πετρέλαιο. Απέναντι στο πεζοδρόμιο με την ζαντινιέρα , δυό περίεργοι τύποι περιμένουν το σχόλασμα. Γιατί άραγε ; Δευτερόλεπτα αναρωτιέσαι, στεναχωριέσαι , συνηθίζεις και στα επόμενα δευτερόλεπτα προχωράς, στην ίδια πορεία. Δεν το αποφασίζεις.
Δίνω, σημαίνει, ξεκολάω τα ραμμένα στους ώμους , φτερά μου . Σημαίνει πετάω ελεύθερος μακριά από τον εαυτοπλανήτη μου σε μια πλατύτερη συμπαντική τροχιά. Σημαίνει σταματώ να είμαι βυθισμένος στην νοσηρή αυτοαπορρόφησή μου . Προσφέρω τα χέρια μου και σφίγγω τα χέρια τον διπλανό μου. Κοίτα τι έχει η γλώσσα μας για να το περιγράψει »θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία σου» . Σημαίνει δίνεσαι για να καθησυχάσεις, να υποστηρίξεις , να μοιραστείς τα προβλήματα σου με τα παρόμοια όλων των άλλων διπλανών. Συναισθάνεσαι , μπαίνεις στα παπούτσια του σου είναι εύκολο, πέρα που είναι απέραντο, φοράτε το ίδιο νούμερο πάνω κάτω, φροντίζεις, προτείνεις, όχι την ύλη αλλά την ιδέα, την σκέψη , την χειρονομία, αφουγκράζεσαι. Μοιράζεσαι την αναπνοή του και είσαι εκεί δίπλα στο γέλιο του. Θέλει απόφαση αυτό. Θέλει να πεις ΄΄δώσε΄΄.
Δίνω σημαίνει ξέρω να γελάω. Συγχωρώ , προσπερνώ αν χρειαστεί και γελάω. Γελάω σαν να λέμε φιλάω. Γέλιο και φιλί, δυό σταγόνες από το ίδιο νερό. Γελάμε με την ψυχή στο πρόσωπο και φιλάμε με την ψυχή στο στόμα. Πάντα θαύμαζα όσους μπορούσαν να γελάσουν , να ξεκαρδιστούν στα γέλια. Να ακούω αυτό τον πλούτο της ανθρώπινης ψυχής , έτσι όπως φανερώνεται στην ακακία του γέλιου , και τι στον κόσμο! Γιατί αν το γέλιο δεν βγαίνει από την καρδιά μας, άστο ας μην βγει καθόλου είναι μάσκα , σκληρός μορφασμός . Περίσσευμα πλούτου χωρίς αντίκρυσμα, να αυτό είναι το γέλιο. Και πώς να σταθεί, αλήθεια, χωρίς γέλιο η καλοσύνη , η αγάπη , η ανιδιοτέλεια σε τούτο τον κόσμο τον μικρό τον μέγα;
Δώρο του »δίνω» είναι το γέλιο. Γελάμε γιατί είμαστε γεμάτοι που δώσαμε και δεν μετράμε το τέλος. Στο γέλιο υπάρχει ο άλλος.
Βγαίνουμε από τον εαυτό μας , τον υπερβαίνουμε , τον ξεχνάμε για λίγο και μας κερδίζει ο άλλος , το κάτι άλλο. Αυτό που περιμένει για να μας δώσει το νόημα, που χρειαζόμαστε για να καρτηθούμε, τον λόγο , την αιτία. Πάντα το νόημα βρίσκεται στη πορεία, στη διαδρομή. Απο πριν τι να ξέρεις. Το γέλιο μας λύνει , μας ανοίγει για να μπει μέσα μας η ζωή σαν ζεστασιά , σαν γενναιοδωρία.
Όσο κι αν φτωχύναμε, όσο και αν υποφέρουμε, όσο και αν δεν προλαβαίνουμε, όσο και αν οι προσδοκίες μας γυρνάνε λίγο φαλακρές, το γέλιο εξακολουθεί και έτσι να υπάρχει. Φθάνει να ξέρουμε να γελάμε. Θέλει και αυτό απόφαση. Θέλει να πεις » δώσε ».
Δεν θα γελάγαμε ποτέ, όμως, αν υπήρχαμε μόνοι. Οι άλλοι είναι δίπλα και περιμένουν. Να δώσουν και να δώσουμε. Να πάρουν και να πάρουμε.
Τελικά, δίνω σημαίνει υπάρχω.
πηγή: aixmi.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου