"Πόθεν έσχες ρε λαμόγιο?"

του Τάσου Φούντογλου
Προβοκατόρικος ο τίτλος στα όρια του «politically incorrect». Από την άλλη, βέβαια, δεν μπορείς να αναζητάς πολιτισμούς και «correct» δημόσιες συμπεριφορές σε μια κοινωνία που παραπαίει μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και να φέρεσαι με το «σεις και με το σας» σε ένα πολιτικό σύστημα,το οποίο έχει από καιρό αλωθεί από την πολιτική σχιζοφρένεια, τον εξόφθαλμο ανορθολογισμό και τους εθελοτυφλούντες πολιτικούς ταγούς απέναντι στα μείζονα ζητούμενα αυτής της χώρας.
Πορευόμαστε πένητες και ταπεινωμένοι, 3 χρόνια τώρα, μέσα στα στενοσόκακα του Μνημονίου και ακόμα δεν έχουμε καταφέρει να βγεί στα ξέφωτα των μεγάλων θεσμικών αλλαγών και των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων του Δημοσίου, ώστε να ορθοποδήσει επιτέλους αυτή η χώρα. Παντού γκρίνια, οριζόντιες περικοπές, κλαψομούνηδες παντός καιρού, κατεβασμένα κεφάλια, παραίτηση και δημαγωγικές κορώνες παλαιοκομματικής κοπής για μια θολή ανάπτυξη, η επίκκληση της οποίας αποτελούσε ανέκαθεν το άλλοθι τον ηλιθίων και των ανίκανων. Και το χέρι μας μονίμως απλωμένο προς τα φιλάνθρωπα αισθήματα των αγορών και των εταίρων για να μας θυμίζει τον εξακολουθητικό ραγιαδισμό μας και την ανικανότητά μας να φτιάξουμε εκ των ενόντων ένα σοβαρό και ευνομούμενο κράτος, συνεπικουρούμενο από μια υγιή και ρωμαλέα ελεύθερη αγορά.

Αυτό που προβληματίζει, όμως, περισσότερο είναι πως κανένας από τους θεσμικούς ηγέτες αυτης της χώρας δεν πράττει αυτά για τα οποία υπάρχει πλέον ευρεία κοινωνική συναίνεση, πέραν φυσικά των μονίμως διαφωνούντων, των παντοειδών αργόσχολων και των κατ΄ εξακολούθηση θορυβοποιών που μονοπωλούν τα τελευταία χρόνια το τηλεοπτικό γκρο πλαν της κοινωνικής οργής. Κανένας δεν κάλεσε την κομπραδόρικη και κρατικοδίαιτη επιχειρηματική ελίτ αυτής της χώρας σε ένα από εκείνα τα μεγάλα ξύλινα τραπέζια με τις αναπαυτικές δερμάτινες πολυθρόνες των υπουργείων – υπερκοστολογημένη και αυτή αγορά από έναν φίλα προσκείμενο εμποράκο της πλάκας – η οποία από την Μεταπολίτευση και μετά ζεί και αναπτύσσεται με τα δανεικά του Δημοσίου, για να του φτιάχνει υπερκοστολογημένους δρόμους και να του πουλάει υπερκοστολογημένες γάζες και να της ζητήσει επιτακτικά να στήσει παραγωγικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, ειδάλλως θα προχωρήσει στον απηνή φορολογικό διωγμό της.
Κανένας δεν τόλμησε να αναδιοργανώσει αυθημερόν τον υγειονομικό χάρτη της χώρας με το κλείσιμο νοσοκομείων- φαντασμάτων και την οργάνωση ποιοτικών δομών της ΠΦΥ, λόγω των αντιδράσεων όλων εκείνων των ιατρικο- φαρμακευτικο- πολιτικων συμφερόντων που νέμονται χρόνια τώρα το ΕΣΥ με τα μαγαζάκια και τα παραμάγαζα που έχουν στήσει εντός του. Όταν κιοτεύεις μπροστά στις φωνούλες γραφικών αυτοδιοικητικών, επειδή η ανικανότητά τους και η στενότητα των οραματικών τους δυνατότητων τους επιβάλλει να αναγορεύουν το επικείμενο κλείσιμο νοσοκομείων και λοιπών ευαγών ιδρυμάτων του δημοσίου σε μείζονα διακυβεύματα της πολιτικής τους αντιπαράθεσης με το κεντρικό κράτος, τότε είσαι άξιος της μοίρας σου.
Κανένας δεν επιχείρησε να προχωρήσει σε έναν ειλικρινή διάλογο με την πανεπιστημιακή κοινότητα ξεκαθαρίζοντας σε όλους τους εμπλεκόμενους ότι το νέο εκπαιδευτικό όραμα αυτής της χώρας επιβάλλεται να αρθρωθεί γύρω από την ανασυγκρότηση των Πανεπιστημίων, με έκδηλο τον εξωστρεφή προσανατολισμό προς τους φοιτητές του παγκόσμιου χωριού, την κατάργηση των φοιτητικών παρατάξεων που στρεβλώνουν το φοιτητικό κίνημα και το μεταβάλλουν σε κομματικό άθυρμα και πεδίο καλλιέργειας κομματικών φιλοδοξιών και την αξιολόγηση όλου του ακαδημαϊκού προσωπικού.
Και το κυριότερο. Κανένας δεν τόλμησε να πράξει το αυτονόητο του «πόθεν έσχες» σε μια χώρα, η οποία από τη Μεταπολίτευση του ‘74 και μετά οικοδόμησε τις πολιτειακές δομές και τις κοινωνικές της συναινέσεις πάνω στην ταξική αντιπαράθεση μεταξύ του μάγκα και του μαλάκα. Ένα καθ΄υπερβολήν Διπλό Κράτος το οποίο λειτουργούσε προωθητικά για τα συμφέροντα της κάθε είδους νεοελληνικής μαγκιάς, μέσω των πελατειακών δικτύων, των ρουσφετιών και των φιλικών εξυπηρετήσεων και ανασταλτικά για τη ζωή και τις φιλοδοξίες του απανταχού μαλάκα, ο οποίος μην έχοντας πρόσβαση στα κομματικά δίκτυα ανεχόταν όλα αυτά τα χρόνια το προσπέρασμα του από αριβίστες και γελωτοποιούς.
Το κράτος από καταβολής διαθέτει το μονοπώλιο του καταναγκασμού, μέσω του οποίου επιβάλλει την κυριαρχία του και την τήρηση των νόμων που θεσπίζει ο νομοθετικός του βραχίονας σε όλους τους πολίτες του. Στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας, όμως, το μονοπώλιο αυτό εξαντλείται σε συγκρούσεις με γραφικούς συνδικαλιστές και ορδές δεξόζαρβων βαρβάρων, καθώς και σε περαιτέρω ευτελισμό συνταξιούχων και υπαλλήλων της μισθωτής εργασίας όταν οι καιροί επιβάλλουν την ταχεία καταγραφή της περιουσιακής κατάστασης όλων όσων έχουν διατελέσει διοικητές νοσοκομείων και δημόσιων οργανισμών, ανώτερων γραφειοκρατών, υψηλόβαθμων υπαλλήλων εφοριών, τελωνείων και πολεοδομιών, αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών, εργολάβων και προμηθευτών του δημοσίου και τη βίαιη αφαίρεση της περιουσίας εκείνης που αποτελεί προιόν φοροδιαφυγής, παράνομου χρηματισμού και διαπλοκής.
Όταν το πολιτικό προσωπικό αδυνατεί να αντιμετωπίσει τη «φλεγμαίνουσα πόλη» δεν αποστρέφεις το βλέμμα σου από τη φλεγμονή, μεμψιμοιρώντας και μυξοκλαίγοντας για το ανώφελο της αντιμετώπισής της, αλλά είτε πιέζεις δυναμικά το πολιτικό σύστημα προς την κατεύθυνση ίασής της είτε αλλάζεις πολιτικό προσωπικό. Ο ανίκανος ελεγκτής φταίει για τη φοροδιαφυγή. Όχι η φοροδιαφυγή αυτή καθ΄ εαυτή.
Το αίτημα που διαμορφώνει, πλέον, η εποχή της κρίσης δεν είναι ούτε οι μεταρρυθμίσεις ούτε οι μεγάλες δομικές αλλαγές του δημόσιου τομέα, ούτε ακόμα ακόμα και η αναβίωση μιας παραλλαγής της Παπανδρεϊκής φαιδρότητας της δεκαετίας του ‘80 περί αλλαγής και καλύτερων ημερών. Το αίτημα που αρθρώνεται, πλέον, είναι το πόθεν έσχες απέναντι σε όλους αυτούς τους φαντασμένους και νεόκοπους αρματολούς και κλέφτες της μεταοθωμανικής μας κακομοιριάς.
Αν δεν το συνειδητοποιήσουμε γρήγορα αυτό και δεν διοχετεύσουμε την καθόλα γενικόλογη αγανάκτησή μας προς την κατεύθυνση αυτή, απαιτώντας από τους πολιτικούς μας άρχοντες να ασχοληθούν σοβαρά με τους διεφθαρμένους και επίορκους και να γεμίσουν τα δημόσια ταμεία με όλα εκείνα τα χρήματα που αποσπάστηκαν κατά καιρούς από αυτά, τότε η χώρα αυτή θα εξακολουθήσει να πορεύεται με λαθρεπιβάτες, μαυραγορίτες, μιζαδόρους και λαμόγια. Τα τελευταία μάλιστα, αγνοούν ακόμα και αυτή την ίδια την ετυμολογία της ύπαρξής τους. La moglie La moglie ( Η γυναίκα μου….η γυναίκα μου) φώναζε ο Ιταλός μικροαπατεωνίσκος χαρτοπαίκτης κάθε φορά που κέρδιζε πολλά και ήθελε να φύγει από το τραπέζι, επικαλούμενος τη θηλυκή οργή για τα αρσενικά του παραστρατήματα, και μας προέκυψε ως όρος, ξενόφερτος και δανεικός, το λαμόγιο.
La troika, la troika αναφωνεί σήμερα ο Έλληνας μικροαπατεωνίσκος για να μπορέσει να τη κάνει με ελαφρά πηδηματάκια από την μεταπολιτευτική τσόχα της εξακολουθητικής αρπαχτής και να μην κληθεί να επιστρέψει τίποτα από τα κερδισμένα και αν θέλουμε να φανούμε μια φορά στη ζωή μας αδούλωτοι στις ξένες επιρροές και τις δανεικές εκφράσεις ας τους ονομάσουμε «νεοελληνικά λατροϊκάνια» και ας τους απαγορέψουμε να απομακρυνθούν από τα κερδισμένα, κρυπτόμενοι πίσω από την βαρβαρότητα των ξένων και τη διαχρονική ευπείθεια των εγχώριων απέναντι σε θεωρίες συνομωσίας και ιστορίες για αγρίους. Είπαμε una faccia una razza, αλλά τουλάχιστον ας επαναφέρουμε τη fatsa του μαυραγορίτη στην μητρική γλώσσα της δικής μας ratsa…..
πηγή: aixmi.gr

Σχόλια