"Ο ήχος των λέξεων"


της Ράνιας Αηδώνη, από τα ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ, δημοσιευμένο στο aixmi.gr, όπως και τα άλλα κείμενα στα οποία παραπέμπει...  

".. Οι άνθρωποι όταν γράφουμε το κάνουμε από την καρδιά μας. Περισσότερο απ’ όταν μιλάμε. Γι’ αυτό ψυχές σαν τη δική μου το επιλέγουν. Γιατί έτσι μπορούν να την ακούσουν μόνο.
Τα λόγια χάνονται… Όταν κάποιος δε θέλει ή δεν αντέχει, δε θ’ ακούσει τις λέξεις σου – αυτές που μεταφέρουν τα πιο κρυφά σου αισθήματα. Κι αν τις ακούσει, πολλές θα τις προσπεράσει. Το μυαλό δεν προλαβαίνει να τις αποκωδικοποιήσει. Να τις πολτοποιήσει, να τις περάσει στην ψυχή και να τις νιώσει. Μα σα διαβάσει δε γίνεται διαφορετικά. Θα σε «ακούσει» με όλο του το είναι.Κι έτσι ίσως μάθεις να ακούς τον ήχο των συναισθημάτων την ώρα που βγαίνουν οι λέξεις απ’ το στόμα.
Η διαφορά κρύβεται σε αυτούς που μπορούν ν’ ακούσουν σαν να διαβάζουν. Όχι σε αυτούς που μιλάνε σαν να γράφουν...".

Αυτή τη φορά δεν είναι πως δεν έχω να σου γράψω κάτι, μα είναι που άφησα αυτά που έχω να κοιμούνται Είναι που ξέχασαν ποια είμαι. Ή που δεν έμαθαν ποτέ…
Ξέχασα. Εγώ ξέχασα. Και προσπαθώ να ξεχάσω πως ξέχασα… Αν θυμηθώ θα ‘ναι σαν να μην ξέχασα; Κάπου εκεί που με βρήκα, κάτι έχασα. Κι έγινα εγώ δίχως εμένα. Κάτι λείπει. Ξέρω να το γεμίζω. Μπορείς να μην το αδειάζεις;
Κι αν σταμάτησα να γράφω για να καταφέρω λιγάκι να ζήσω, ήταν γιατί ήθελα μαζί σου να το κάνω. Κι εσύ χαίρεσαι γι αυτό. Χαίρομαι που χαίρεσαι μα θέλω να λυπάσαι. Να λυπάσαι που σταμάτησα – για ό, τι δικό μου χάνω. Να λυπάσαι για όλα τα μη «φυσιολογικά» πράγματα που δεν κάνω. Γιατί αυτά, είμαι εγώ. Κι αν δεν τα ‘χω, τότε δε θα ‘μαι εγώ. Θα μ’ έχω χάσει. Κι αν με χάσω εγώ, θα με χάσεις κι εσύ…
Κι είναι τόσα που σου ‘χω γράψει και έχουν μείνει σκονισμένα. Κι είναι κι άλλα τόσα που δεν έχω γράψει. Κι όλα αυτά που έζησα μαζί σου, όλα αυτά που ονειρεύτηκα, που φοβήθηκα, που αμφισβήτησα, που ήλπιζα, όλα αυτά που δεν ήξερα αλλά κι αυτά που ήξερα, όλα αυτά που ένιωσα, που νόμιζα ότι ένιωσα, που ήθελα να νιώσω αλλά δεν ένιωσα, αυτά που δεν ήθελα να νιώσω κι ένιωσα… Πέρασαν… Όπως περνάνε σ’ όλους τους ανθρώπους. Μέσα τους. Και μετά καταλαγιάζουν. Ηρεμούν. Άλλα μένουν κι άλλα λησμονιούνται.
Όμως εγώ είμαι μια «Θεά» και με πειράζει. Γιατί αν δεν ήμουν, δεν θα προσπαθούσα να χωρέσω μέσα σε μια στιγμή. Δε θα δημιουργούσα πελάγη που πηγάζουν από σταγόνες και δε θα διάβαζες τίποτα από όλα αυτά.
H δημιουργία είναι σαν τη γέννα. Μεγάλος ο πόνος. Έχω ανάγκη να πονέσω. Να καταφέρω να γεννήσω το καινούργιο. Και σαν κάμπια μέσα σε κουκούλι πάντα έρχεται η ώρα της μεταμόρφωσης. Μα πως αλλιώς;
Τι να το κάνεις το ανώδυνο;
Οι οδύνες είναι που σε κάνουν πλουσιότερο.
Δεν προσπάθησα ποτέ μου να αποδείξω τίποτα.
Προσπάθησα μόνο να μοιράσω την ψυχή μου.
Να τη φωτογραφίσω.
Τώρα που νίκησα τη μοναξιά, μου λείπει η μοναχικότητά μου.
Οι άνθρωποι τρομάζουν απ’ τη θλίψη. Μα ξεχνούν πως η θλίψη γίνεται χείμαρρος όταν την εγκαταλείπεις. Μα σαν την αγκαλιάζεις γίνεται ρυάκι ανακούφισης. Η θλίψη χρειάζεται παρηγοριά και βάλσαμο, όχι εγκατάλειψη. Χρειάζεται αγκαλιά.
Κι εγκατέλειψα εκείνη τη Θεά που γεννήθηκε μέσα μου ενώ έχανα εκείνη που αντίκριζα στον καθρέφτη…
Δε γράφω για τους άλλους. Γράφω για ‘μένα, για ό, τι αισθάνομαι, για το είδωλό μου μέσα από τους άλλους. Ξεκίνησα να γράφω για τον πιο σκοτεινό εαυτό μου, μήπως καταφέρω και τον ξορκίσω. Δεν έχω κρύψει τίποτα. Δεν έχω αρνηθεί τίποτα. Ούτε τα φωτεινά μου, ούτε τα σκοτεινά μου. Είμαι πλασμένη με αλήθεια κι αυτή θα είναι η αιώνια κατάρα της ζωής μου. Να την λατρεύουν για να την αρνηθούν…
Δε σ’ αρέσει που μου γράφεις, μα μου γράφεις από την καρδιά σου. Οι άνθρωποι όταν γράφουμε το κάνουμε από την καρδιά μας. Περισσότερο απ’ όταν μιλάμε. Γι’ αυτό ψυχές σαν τη δική μου το επιλέγουν. Γιατί έτσι μπορούν να την ακούσουν μόνο.
Τα λόγια χάνονται… Όταν κάποιος δε θέλει ή δεν αντέχει, δε θ’ ακούσει τις λέξεις σου – αυτές που μεταφέρουν τα πιο κρυφά σου αισθήματα. Κι αν τις ακούσει, πολλές θα τις προσπεράσει. Το μυαλό δεν προλαβαίνει να τις αποκωδικοποιήσει. Να τις πολτοποιήσει, να τις περάσει στην ψυχή και να τις νιώσει. Μα σα διαβάσει δε γίνεται διαφορετικά. Θα σε «ακούσει» με όλο του το είναι.
Μα για να μάθεις να διαβάζεις σωστά, θα πρέπει να μάθεις να ακούς αυτά που διαβάζεις. Κι έτσι ίσως μάθεις να ακούς τον ήχο των συναισθημάτων την ώρα που βγαίνουν οι λέξεις απ’ το στόμα.
Η διαφορά κρύβεται σε αυτούς που μπορούν ν’ ακούσουν σαν να διαβάζουν. Όχι σε αυτούς που μιλάνε σαν να γράφουν.
Εστιάσαμε την προσοχή μας στον φόβο μήπως πέσουμε και δε δώσαμε σημασία στη θέληση να πετάξουμε…
Να εξυμνείς τον έρωτα. Ακόμα κι αν πονάει.
Πώς αλλιώς;
Να δημιουργήσουμε. Κι ας πονέσουμε λιγάκι.
Αρκεί να κρατιόμαστε από το χέρι.
Σας αγαπώ πάντα,
Η «Θεά»
 σ.σ. τα κείμενα της Ράνιας μπορεί να είναι ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ αλλά ο καθένας βρίσκει σε αυτά κομμάτια του εαυτού του!!! (team)

Σχόλια