"Η χρεοκοπία του κραγιόν"

της Ράνιας Αηδώνη
Αυτή τη φορά δε θέλω να εξαφανιστώ εγώ. Αυτή τη φορά θέλω να εξαφανιστούν όλα τα υπόλοιπα από τη ζωή μου. Να με αφήσουν ήσυχη μέσα σ’ ένα τίποτα. Ένα τίποτα τόσο απόλυτα δικό μου, που θα είναι για ‘μένα τα πάντα.
Θέλω ν’ αρχίσω να χαμογελώ ξανά σαν ανοίγω τα μάτια μου το πρωί. Κι όταν θα φτάνει το βράδυ, το χαμόγελο να μένει ακόμη εκεί. Αυτό θέλω. Εκείνο το χαζό χαμόγελο που η ύπαρξή του δεν ορίζεται από καμία πραγματικότητα. Αυτή η ηλιθιότητα που σου αρκεί η ανατολή; Ναι. Αυτή μου λείπει.
Έχω πολύ καλή ακοή για να καταφέρω να κοιμάμαι καλά τα βράδια. Ακούω ακόμη και τις μνήμες μου. Κι έρχεται το βράδυ ή και μια άλλη ώρα της ημέρας, ή και κάποια άλλη μέρα, που θα φορέσω τη μάσκα της μορφής μου και θα κολλήσω πάνω της ένα από τα χρωματιστά χαμόγελα που κρύβω μέσα στα συρτάρια μου για να σε αντικρίσω…

Εκείνη αλήθεια μοιάζει μαζί μου. Μοιάζει μ’ εκείνη που χαίρεται, χορεύει κι ονειρεύεται. Κι εγώ θα στριμωχτώ μέσα της ακόμα μια φορά…
Μας κλέψατε τα καλύτερά μας χρόνια! Εσείς τα ζήσατε. Μα ήσασταν άπληστοι. Αχόρταγοι. Θελήσατε να τα παρατείνετε τόσο, όσο η νιότη δεν επιτρέπει. Κι αφήσατε σήμερα εμάς, να προσποιούμαστε πως ζούμε…
Προσπαθώ να βρω ένα λόγο για να μην εγκαταλείψω την Τέχνη μου. Ένα λόγο για να παραμείνω μέσα της. Η αλήθεια είναι πως μπορώ να βρω χιλιάδες – και με τη λογική μου και χωρίς. Αυτό που με φοβίζει, είναι το πώς νιώθω τελευταία για όλους αυτούς τους λόγους…
Μέσα σε μια λευκή κόλλα χαρτί στέγασα τα όνειρά μου. Αργότερα, τύλιξα όσα μου απέμειναν μ’ εκείνη και κοίταξα τον κόσμο μέσα από ένα λευκό κύλινδρο. Και μια μέρα, έφτιαξα ένα χάρτινο καραβάκι για να ταξιδέψουν. Έτσι, την ελευθέρωσα σε μιαν ακρογιαλιά. Αγνοείται μια λευκή κόλλα χαρτί.
Κι οι πιο μεγάλοι ονειροπόλοι πήραν την ψυχή τους και την έτριψαν με γυαλόχαρτο. Να λειάνουν εκείνα τα κομμάτια της που προεξέχουν. Προεξέχουν και δε βρίσκουν τη θέση τους στον κόσμο. Ξαφνικά τα όνειρα βαραίνουν…
Μη δημιουργείς σ’ έναν καλλιτέχνη διλήμματα για την Τέχνη του – έχει ήδη πολλά από μόνος του. Κι όταν ο ίδιος δεν πιστεύει στον εαυτό του, να πιστεύεις εσύ σ’ εκείνον. Αυτό είναι το στοιχείο της αγάπης που χρειάζεται περισσότερο.
Φως. Πάντα μέσα από μια χαραμάδα. Πάντα πίσω από μια πόρτα μισάνοιχτη. Ανοιγοκλείνει μανιωδώς. Ασταμάτητα. Σαν ένας σίφουνας να σαρώνει τη ζωή σου συνεχώς. Ανεμοσκορπίζει την ψυχή σου χωρίς να σε λυπάται.
Οι εύθραυστες ψυχές έχουν μάθει να παγώνουν εξωτερικά για να καταφέρνουν να επιβιώνουν. Μέσα τους, όμως, πάντα βράζουν.
Κάθε μέρα να ζεις δίχως να ξέρεις τι θα σου ξημερώσει. Κάθε μέρα να ζεις μ’ ένα εν δυνάμει κακό έτοιμο ανά πάσα στιγμή να σου συμβεί…
Χίλιες φορές να χύσω τα δάκρυα του πόνου, παρά να μου προδίδουν τη χαρά και την ελπίδα. Χίλιες φορές να θρηνήσω παρά να φοβάμαι.
Και δυστυχώς, υπάρχει μια οικονομική διαφορά ανάμεσα στη διατήρηση της ευτυχίας και στην απαρχή της δυστυχίας. Ορίζεται ως αριθμητής του παντός παρονομαστή. Της αγάπης.
Θα χρεοκοπήσω φορώντας ένα φούξια κραγιόν στα χείλη. Είναι η μόνη εικόνα με την οποία μπορώ, έστω, να υποθέσω την ανύπαρκτη ύπαρξη της όσης εναπομείνασας αξιοπρέπειας του ατόμου μου. Οποιαδήποτε άλλη μορφή μου την έχετε ήδη παραμορφώσει.
Κι έριξα ένα ποτάμι δάκρυα για τη ζωή μου και μετά βούτηξα μέσα του. Γιατί αν έχεις μια ευκαιρία να πνιγείς, ίσως έχεις μια ευκαιρία και να ζήσεις…
Σας αγαπώ πάντα,
Η «Θεά»
πηγή: aixmi.gr

Σχόλια