"Πώς να μιλήσω?"

της Μαρίας Παπουτσάκη

Σ΄αυτούς τους δίσεκτους καιρούς, που η ιστορία κάποτε θα περιγράψει ως “πέτρινα χρόνια”, τα προσωπικά διλήμματα -ακόμη και οι προσωπικές τραγωδίες- συνοδεύονται από την έκφραση “μικρά”, καθώς το γενικότερο κακό είναι μεγάλο. Πολύ μεγάλο.
Ωστόσο, οι μικροί θάνατοι μέσα στη ζωή, είναι εκείνοι που συγκροτούν, εν τέλει, την εθνική μας δυστυχία. Γιατί τι νόημα έχει να συνεχίζεις για να πάρεις μιάν ανάσα, όταν γνωρίζεις πως δεν υπάρχει ελπίδα -τουλάχιστον για ένα ορατό χρονικό διάστημα; Να ξαναδείς τη ζωή σου αλλιώς, να ξαναπάρεις τη ζωή στα χέρια σου. Μια και από παντού μας την έχουνε στημένη. Εμάς που νομίσαμε πως θα προχωρούσαμε με σκληρή δουλειά, (αλλά δυστυχώς μισθωτή), με εντιμότητα και προσήλωση στους νόμους.
Έτσι, νομίζαμε πως ζούσαμε και θα ζούσαμε όχι με απόλυτη, αλλά με σχετική ασφάλεια.
Και θέλω τώρα να μιλήσω, αλλά πώς;

Πώς να μιλήσω για τους ανθρώπους που πλήρωναν μια ζωή γενναίες εισφορές για να έχουν “καλά γεράματα” και ξαφνικά “βλέπουν “ τον “εφιάλτη του σκουπιδοτενεκέ, κυριολεκτικά και μεταφορικά;
Πώς να μιλήσω για κείνους που με περισσή δουλειά έβαλαν «κεραμίδι» πάνω απ’ το κεφάλι τους και τώρα απειλούνται με επιπλέον χαράτσι ιδιοκατοίκησης;
Πώς να μιλήσω για κείνα τα παιδιά (που σήμερα είναι ….ενήλικες τριάντα ετών και βάλε), που αγωνίστηκαν μια ζωή να βάλουν “βραχιόλια” στα χέρια τους, όπως έλεγε η γιαγιά μου τα πτυχία, και σήμερα θεωρούνται τυχερά αν βρουν μια θέση λαντζέρη στο μπαρ της γειτονιάς τους.
Πώς να μιλήσω για το παιδί που μπουσουλά στα πόδια σου ανυποψίαστο (και για τα καλά που πέρασαν και για τους εφιάλτες που έρχονται), πως δεν θα έχει την ευκαιρία ούτε αναμνήσεις καλής ζωής να κατασκευάσει.
Πώς να μιλήσω τώρα, για όλους εκείνους που πίστεψαν σε ιδεολογίες και ανθρώπους;
Που νόμισαν πως κάποιοι μπορούσαν να οδηγήσουν τα πράγματα κάπου, οπουδήποτε, αλλά όχι εδώ που τα οδήγησαν.
Πώς να μιλήσω για όλους αυτούς που στριμώχνονται για μια θέση ψεύδους και αλλοτρίωσης σ΄αυτό το ταμπλό που αναμένεται να είναι το Κοινοβούλιο; Όχι βέβαια, ποικίλων ιδεών αλλά ποικίλων συμφερόντων…περίεργων προσωπικοτήτων και ανεξήγητων ρόλων….
Πώς να μιλήσω για εκείνους και  που βλέπουν όλο αυτό το σύνολο των ανθρώπων με τα κούφια λόγια, την ατέρμονη αλλόκοτη ρητορική (λες και ζουν σε παράλληλο σύμπαν), τα αίολα σχήματα, τους ευκαιριακούς…γάμους, που απειλούνται άμεσα με αυτόματο διαζύγιο, το οποίο όμως κοστίζει σε μένα, σε σένα, σε όλους μας. Εμάς που συνήθισαν να μας λένε φιλήσυχους νοικοκυραίους. Εμάς τη “μεσαία τάξη” φίλε μου, τη “ραχοκοκκαλιά της νέας εποχής” , όπως έλεγαν κάποτε (και το πιστέψαμε πως είμαστε μέλλον….
Πώς να μιλήσω για ό,τι δεν τολμώ να πω τη λέξη “μέλλον”, γιατί αυτόματα στο μυαλό μου έρχονται χαρτόκουτα στις γωνίες της πόλης και μέσα τους να κλείνονται ολοένα και περισσότεροι περιγραφόμενοι με την εντελώς απρόσωπη λέξη “άστεγοι”. Μιλώ για τους νεοέλληνες στα συσσίτια της ζητιανιάς, εκείνων που απλώς θέλουν να φιλοδωρήσουν τη συνείδησή τους με μια καλή πράξη.
Όλους εκείνους που ντρέπονται και απομακρύνονται μόλις βλέπουν τηλεοπτική κάμερα, λες και νιώθουν ενοχές , όταν εκείνοι που ευθύνονται, καμαρώνουν ακόμη στην πρώτη θέση της λεηλασίας των ζωών μας.
Πώς να μιλήσω για όσους τινάζουν τα μυαλά τους στον αέρα , δημόσια ή ιδιωτικά στο κρύο φως ενός μίζερου δωματίου, ή και για κείνους που φεύγουν, λαθρομετανάστες στο όνειρο ενός άλλου λαού,σκληρού και ανελέητου γιατί είναι ανοίκειος ;
Αλλά πως να περιγράψω και τα πιο απλά, τα ανείπωτα και όμως καθημερινά : Ότι πια χάθηκε ο ύπνος μας και ξημερώματα σαν τα φαντάσματα ξάγρυπνοι βαδίζουμε στους πρόποδες του εφιάλτη; Να λες ξημερώνει, δεν ξημερώνει. Κι αν ξημερώσει, τι; Έχει σημασία η επαύριο, όταν δεν έχεις ούτε ένα όνειρο, αλλά μόνο την “χαμοελπίδα” της επιβίωσης, να σε συντηρεί ;
«Πώς να περιγράψω το αίσθημα να σε σπρώχνουν έξω απ΄το γραφείο που συνήθιζαν χρόνια τώρα να κατοικούν το σώμα και η ψυχή σου; Πως να αποχωριστείς τα πρόσωπα, που για δεκαετίες γελούσες κι έκλαιγες και διαφωνούσες και συμφωνούσες και έλπιζες και απελπιζόσουν .
Και μετά απ΄όλα αυτά, αναρωτιέμαι, πού πάει τόσο φως, τόσος ήλιος , τόση θέρμη σ΄αυτό το τόπο;
πηγή: aixmi.gr

Σχόλια