Ομιλία του Γιώργου Σεφέρη κατά την τελετή παραλαβής του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας, 11-12-1963
Ανήκω σε µία χώρα µικρή.
Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά
τον αγώνα του λαού, τη θάλασσα,
και το φως του ήλιου.
Είναι µικρός ο τόπος µας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγµα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι µας παραδόθηκε χωρίς διακοπή.Η
Ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να µιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσµα.
Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά
τον αγώνα του λαού, τη θάλασσα,
και το φως του ήλιου.
Είναι µικρός ο τόπος µας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγµα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι µας παραδόθηκε χωρίς διακοπή.Η
Ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να µιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσµα.
Όσο για µένα συγκινούµαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας του φυσικού κόσµου.
Και ένας από τους διδασκάλους µου, των αρχών του περασµένου αιώνα, γράφει:
«… θα χαθούµε γιατί αδικήσαµε …».
Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράµµατος. Είχε µάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ηµερών µας, η προφορική παράδοση πηγαίνει µακριά στα περασµένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση.
Είναι για µένα σηµαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιµήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόµη και όταν αναβρύζει ανάµεσα σ’ ένα λαό περιορισµένο.
Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσµος όπου ζούµε, ο τυρρανισµένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τί θα γινόµασταν αν η πνοή µας λιγόστευε;
Είναι µία πράξη εµπιστοσύνης – κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά µας δεν τα χρωστάµε στη στέρηση εµπιστοσύνης.
Παρατήρησαν, τον περασµένο χρόνο γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ µεγάλη διαφορά ανάµεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήµης και στη λογοτεχνία. Παρατήρησαν πως ανάµεσα σ’ ένα αρχαίο ελληνικό δράµα και ένα σηµερινό, η διαφορά είναι λίγη. Ναί, η συµπεριφορά του ανθρώπου δε µοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν’ ακούσει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονοµάζουµε ποίηση. Αυτή η φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγµή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγηµένη, ξέρει που να ’βρει καταφύγιο, απαρνηµένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι’ αυτό δεν υπάρχουν µεγάλα και µικρά µέρη του κόσµου. Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν’ αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιοµηχανία
Χρωστώ την ευγνωµοσύνη µου στη Σουηδική Ακαδηµία που ένιωσε αυτά τα πράγµατα, που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόµενες περιορισµένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες όπου πνίγεται ο παλµός της ανθρώπινης καρδιάς, που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός να κρίνει µε αλήθεια επίσηµη την άδικη µοίρα της ζωής, για να θυµηθώ τον Σέλλεϋ, τον εµπνευστή, καθώς µας λένε, του Αλφρέδου Νοµπέλ, αυτού του ανθρώπου που µπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία µε τη µεγαλοσύνη της καρδιάς του.
Σ’ αυτό τον κόσµο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας µας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν’ ἀναζητήσουµε τὸν ἄνθρωπο, ὅπου καὶ νὰ βρίσκεται.Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά, κανόνας της είναι η δικαιοσύνη.
Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωµένη µε τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το µέτρο, πρέπει να τιµωρηθεί από τις Ερινύες.
Όταν στο δρόµο της Θήβας, ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα, κι αυτή του έθεσε το αίνιγµά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλὴ λέξη χάλασε τὸ τέρας. Ἔχουµε πολλὰ τέρατα νὰ καταστρέψουµε. Ἂς συλλογιστοῦµε τὴν ἀπόκριση τοῦ Οἰδίποδα.»
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου